Κορκίδης: Να μειωθεί ο ΦΠΑ στο 6% ως μέτρο κατά των επερχόμενων ανατιμήσεων !!!

«Οι αυξήσεις στις διεθνείς τιμές των πρώτων υλών που αναπόφευκτα πέρασαν και το κατώφλι της ελληνικής αγοράς προβληματίζουν παραγωγούς, εισαγωγείς και εμπόρους».
Αυτό αναφέρει σε ανακοίνωσή του ο πρόεδρος του Περιφερειακού Επιμελητηριακού Συμβουλίου Αττικής και του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Πειραιώς, Βασίλης Κορκίδης, επισημαίνοντας ότι η εισαγόμενη ακρίβεια βλάπτει σοβαρά αγορά και καταναλωτές.
«Οι ανατιμήσεις πηγάζουν κυρίως από το κόστος των πρώτων υλών»
Ο κ. Κορκίδης επισημαίνει τα εξής: «Οι φόβοι του προηγούμενου διαστήματος για ραγδαία άνοδο του κόστους παραγωγής και μεταφορών επαληθεύτηκαν, με τις πρώτες ανατιμήσεις να καταγράφονται σε μια μεγάλη γκάμα «ταχυκίνητων» καταναλωτικών προϊόντων.
Η αυξητική τάση αναμένεται μάλιστα να ενταθεί το επόμενο διάστημα, καθώς έχουν δρομολογηθεί σημαντικές ανατιμήσεις που ήδη αποτυπώνονται στα ράφια, πλήττοντας τους καταναλωτές. Οι ανατιμήσεις πηγάζουν κυρίως από το κόστος των πρώτων υλών, λόγω της μειωμένης αποδοτικότητας στις μεγάλες παραγωγικές χώρες, την αύξηση της ζήτησης από την Ασία και τη συρρίκνωση των αποθεμάτων παγκοσμίως. Σημαντικός παράγοντας είναι βεβαίως και η ετήσια αύξηση των ναύλων μεταφοράς container από 350% έως και 485%.
Τι ποσοστά δίνει η ΕΛΣΤΑΤ
Σύμφωνα με το Γραφείο Έρευνας Αγοράς IRI και τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, στις τιμές φυτικής και ζωικής παραγωγής και γενικά σε 10 κατηγορίες τροφίμων, καταγράφηκε τον Αύγουστο του 2021 σε σύγκριση με τον αντίστοιχο του 2020, αύξηση 4,6%. Πρώτοι στη λίστα των ανατιμήσεων είναι οι «εισαγόμενοι κωδικοί» βιομηχανικών ειδών, με 9,3%. Έχουμε μεγάλες αυξήσεις στη τιμή του φυσικού αερίου, 80%, του πετρελαίου, 40%, την ηλεκτρική ενέργεια, 30%, τις πρώτες ύλες, ακόμα και στον καφέ, 60%, ενώ ακολουθούν τα εγχώρια προϊόντα και κυρίως τρόφιμα, όπως αρνί και κατσίκι 13%, οπωροκηπευτικά 8%, νωπά ψάρια 7%, φρούτα 5%, τυριά και λάδι 3%.
Το ανησυχητικό είναι πως πολλά ακόμη προϊόντα από το «καλάθι της νοικοκυράς» ετοιμάζονται να ακολουθήσουν το «ράλι τιμών», που καταγράφεται εδώ και 20 εβδομάδες, δεδομένου ότι οι αντοχές των προμηθευτών για απορρόφηση του επιπλέον κόστους που υφίστανται είναι περιορισμένες.
Παρά το γεγονός ότι δεν είναι εύκολο, οι επιχειρήσεις από την πλευρά τους προσπαθούν στο μέτρο των δυνατοτήτων τους να συγκρατήσουν τις τιμές και να αποτρέψουν οποιαδήποτε μετακύλιση στον τελικό καταναλωτή, αφού γνωρίζουν ότι οι αυξήσεις θα περιορίσουν τον όγκο πωλήσεων τους. Το σοβαρό πρόβλημα που έχει προκύψει παρακολουθεί στενά η κυβέρνηση, με τα αρμόδια υπουργεία να μην κρύβουν τον προβληματισμό τους για τον εισαγόμενο πληθωρισμό που μπορεί να επηρεάσει αρνητικά την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας.Μια γενικευμένη ακρίβεια μπορεί να λειτουργήσει αποτρεπτικά στην αναθέρμανση της κατανάλωσης, η οποία αποτελεί βασικό ζητούμενο για την ελληνική οικονομία στη μετά πανδημία εποχή. Οι διεθνείς πληθωριστικές πιέσεις που οφείλονται στην αύξηση των τιμών πετρελαίου, φυσικού αερίου, λιπασμάτων, αγροτικής παραγωγής, βασικών αγαθών και παροχής υπηρεσιών ηλεκτρικού ρεύματος, δύσκολα αντιμετωπίζονται σε εθνικό επίπεδο, εκτός βεβαίως εάν η εκτίναξη του πληθωρισμού αποδειχθεί παροδικό φαινόμενο, που οφείλεται στις επιπτώσεις της πανδημίας και στο μεγάλο χρονικό διάστημα διακοπής της παραγωγής.
Οι άνθρωποι της αγοράς είμαστε προ αδιεξόδου, δεδομένου ότι οι αντοχές όλων είναι αναιμικές και τα βασικά είδη με τα τρόφιμα, απαιτούν πάνω από το 20% της μηνιαίας καταναλωτικής δαπάνης των νοικοκυριών. Όσα περισσότερα χρήματα απαιτούνται για τα βασικά αγαθά, τόσο λιγότερο περισσεύουν για τις υπόλοιπες κατηγορίες. Η συγκράτηση όμως των τιμών δεν είναι καθόλου εύκολη υπόθεση, καθώς εξαρτάται από το μέγεθος και τη διάρκεια της επιβάρυνσης που υφίστανται όλες οι επιχειρήσεις της εφοδιαστικής αλυσίδας. Ως εκ τούτου, ο επιχειρηματικός κόσμος προτείνει πως μια αποκλιμάκωση της έμμεσης φορολογίας θα μπορούσε να δώσει λύση στο πρόβλημα. Η μείωση του ΦΠΑ στο 6% σε περισσότερα βασικά αγαθά, θα μπορούσε να οδηγήσει σε συγκράτηση των τιμών, οδηγώντας παράλληλα σε τόνωση της ζήτησης και κατ’ επέκταση σε ενδυνάμωση των δημόσιων εσόδων. Είναι μια πρόταση που έχει λειτουργήσει στο παρελθόν και μπορεί να αποδειχθεί αποτελεσματική και τώρα.
Πρέπει λοιπόν εγκαίρως, όλοι να κάνουμε ό,τι μπορούμε, μπροστά στις γενικευμένες ανατιμήσεις που απειλούν την ελληνική αγορά. Ο κίνδυνος της «εισαγόμενης ακρίβειας» βλάπτει σοβαρά, αγορά και καταναλωτές, ενώ απαιτεί τη συγκρότηση κοινού μετώπου από παραγωγούς, εμπόρους και κυβέρνηση για να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά».